Τετάρτη 2 Ιουλίου 2014

Το Πιο Ρετρό Έγκλημα στην Ελλάδα Παρέμεινε Ξανά Άλυτο

Κοντά στα μεσάνυχτα της 17ης Ιουνίου 2001, οι συγγενείς τριών φίλων από την Καβάλα άρχισαν πλέον να ανησυχούν. Οι τρεις άνδρες θα περνούσαν το Σαββατοκύριακο στην εξοχική κατοικία ενός εξ αυτών, στην Καλλιράχη της Θάσου, ωστόσο από το πρωί εκείνης της ημέρας δεν απαντούσαν στα τηλέφωνα. 


Ο πρώτος αστυνομικός έφτασε στη βίλα στις 2 τα ξημερώματα. Βρήκε τον Γιάννη Κουλούση, 48 ετών, υπάλληλο της Πολεοδομίας Καβάλας και ιδιοκτήτη του σπιτιού, νεκρό στη βεράντα. Νεκρός δίπλα του βρισκόταν ο Γιώργος Χαλκίδης, 55 ετών, υπάλληλος της Τοπογραφικής Υπηρεσίας. Το τρίτο θύμα, ο Κυριάκος Αθανασάς, 49 ετών, υπάλληλος στη Βιομηχανία Ζάχαρης, είχε προλάβει να τρέξει ως τον ελαιώνα του οικοπέδου. Οι τρεις φίλοι δολοφονήθηκαν με δύο διαφορετικά όπλα των 9 χιλιοστών και είχαν δεχτεί όλοι χαριστική βολή.

Την επομένη, τα πρωτοσέλιδα τυπώνουν σε παροξυσμό.  «Πρωτοφανής για την Ελλάδα μαζική δολοφονία – Τι κρύβει η σφαγή στη Θάσο» διαβάζουμε στο κεντρικό θέμα του Έθνους. «Χαριστικές βολές με σιγαστήρα – Μαφιόζικη εκτέλεση τριών με φόντο την Πολεοδομία»  έγραψαν ΤΑ ΝΕΑ. Τα χρόνια που μεσολάβησαν διατυπώθηκαν δεκάδες αλήθειες και άλλα τόσα ψέματα γύρω από το τριπλό έγκλημα της Καλλιράχης, όμως οι δράστες δεν ταυτοποιούνταν. Μόλις τον περασμένο Φεβρουάριο, οι δικαστικές Αρχές συνέδεσαν επισήμως την υπόθεση με τον εξ αρχής βασικό ύποπτο, τον 57χρονο σήμερα επιχειρηματία από την Καβάλα, Ανδρέα Χτενά. Ο ίδιος δικάστηκε για το τριπλό φονικό στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Δράμας, όμως την περασμένη Πέμπτη έγινε η μεγάλη ανατροπή. Ο Χτενάς κρίθηκε αθώος. Ακριβώς 13 χρόνια μετά το μακελειό της Θάσου, το πιο ρετρό έγκλημα στην Ελλάδα παραμένει στοιχειωμένο. 

Αστυνομικοί και ο ιατροδικαστής μεταφέρουν σορό θύματος, ΤΑ ΝΕΑ, 20/6/2001
Η αφήγηση ξεκινά τον Μάιο του 2001, έναν μήνα πριν την τριπλή δολοφονία. Σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Καβάλας, ο Γιάννης Κουλούσης ήταν το μοναδικό από τα θύματα που σχετιζόταν με τον Χτενά. Πιο ειδικά, είχε τοποθετηθεί επικεφαλής μιας επιτροπής της Πολεοδομίας, που αποφάσισε την κατεδάφιση αυθαίρετων κτισμάτων, μεταξύ αυτών κι ενός που ανήκε στον Χτενά, στην περιοχή του Αγίου Σίλα Καβάλας. Μετά το έγκλημα, η σύζυγος Κουλούση κατέθεσε ότι ο Χτενάς απειλούσε τον 48χρονο, μάλιστα στη δικογραφία περιγράφεται ότι ο Κουλούσης ήταν τόσο θορυβημένος το διάστημα πριν το τριπλό έγκλημα, ώστε παρέστη στην κατεδάφιση του αυθαίρετου κτίσματος Χτενά «φορώντας σκούρα γυαλιά ηλίου και καπέλο». Οι συγγενείς του θύματος επανήλθαν τα επόμενα χρόνια, μεταφέροντας στις Αρχές εξομολογήσεις τρίτων (ένας εξ αυτών είχε εμπλακεί σε παλαιότερη δολοφονία), οι οποίοι κατονόμαζαν τον ίδιο πρόσωπο ως εκτελεστή. 

Την ημέρα των δολοφονιών, τα τρία θύματα γευμάτισαν σε ταβέρνα της Καλλιράχης. 

Ο Χτενάς, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, βρισκόταν την ίδια ώρα σε διπλανό εστιατόριο με τη σύζυγό του και άλλα δύο άτομα αγνώστων στοιχείων, χωρίς να εξακριβωθεί προς τα πού κατευθύνθηκε μετά το γεύμα. Στη δικογραφία υπάρχουν καταθέσεις γειτόνων της βίλας στην Καλλιράχη, που υποστήριξαν ότι το χρονικό διάστημα στο οποίο τοποθετεί η Αστυνομία το έγκλημα, στο προαύλιο υπήρχαν, εκτός από τα οχήματα των θυμάτων, μια άγνωστη μοτοσικλέτα και δύο επιπλέον αυτοκίνητα, ένα από τα οποία ήταν παρόμοιο με του Χτενά. Λουόμενοι την ίδια ώρα στην παραλία, ανέφεραν πυροβολισμούς από την πλευρά του σπιτιού, όμως «θεώρησαν ότι επρόκειτο για λαθροκυνηγούς», ενώ άλλος μάρτυρας υποστήριξε ότι την επίμαχη ώρα στη βεράντα της βίλας διέκρινε «ένα άτομο ψηλό και λεπτό, να κάνει μια κίνηση σαν να ήθελε να υπερπηδήσει κάποιο αντικείμενο». Κάτι ακόμα: Στο βούλευμα περιγράφεται ότι γείτονας του Κουλούση, συνοδεύοντας τον νεκρό από τη Θάσο στην Καβάλα, τοποθέτησε στο φέρετρο μια χτένα, χωρίς να δικαιολογήσει την πράξη του, αλλά καταδεικνύοντας σαφώς τον Χτενά. Ο τελευταίος αρνήθηκε κατηγορηματικά τις κατηγορίες και παρουσίασε μια σειρά από μάρτυρες και άλλοθι, σύμφωνα με τα οποία την ώρα του φονικού βρισκόταν σε άλλο σημείο του νησιού, με διαφορετικής μάρκας αυτοκίνητο. Η Αστυνομία δεν είχε στοιχεία για να τον συνδέσει με την υπόθεση.

Πρωτοσέλιδο εφημερίδας ΤΑ ΝΕΑ, 19/9/2001
Το επόμενο διάστημα, «πληροφορίες» και διαρροές των Αρχών έδωσαν στο τριπλό έγκλημα ρετρό διαστάσεις, ενίοτε και καλτ. Αναμοχλεύτηκαν σενάρια για εμπλοκή κυκλωμάτων σωματεμπορίας, εμπόρων ναρκωτικών, παράνομων ελληνοποιήσεων αλλοδαπών, ως και μυστικών υπηρεσιών, ωστόσο τίποτα δεν επιβεβαιώθηκε. Ο φάκελος έμπαινε στο αρχείο και ανασυρόταν κάθε φορά που προέκυπταν δήθεν νέα στοιχεία και «μαρτυρίες προσώπων που γνώριζαν», ακόμη και κρατούμενων που προσπαθούσαν να ξεπλύνουν άλλες υποθέσεις.

Έναν χρόνο μετά το τριπλό έγκλημα της Θάσου, τον Ιούλιο του 2002, άνθρωπος της νύχτας δολοφονείται με πέντε σφαίρες, δεμένος πισθάγκωνα, σε πιλοτή οικοδομής στην Καβάλα. Το θύμα, Γιώργος Σιδηρόπουλος, φέρεται να είχε διαφορές με τον Χτενά «για θέματα οικονομικής διαχείρισης» νυχτερινών κέντρων, όπως σημειώνεται στο βούλευμα. Οι δράστες χτύπησαν τον Σιδηρόπουλο και στη συνέχεια επιχείρησαν να τον πετάξουν στη θάλασσα, όμως εκείνος αντέδρασε, προσπάθησε να ξεφύγει και εκτελέστηκε. Μαρτυρίες ανθρώπων της νύχτας και κρατουμένων «έδειξαν» ξανά τον Χτενά, όμως συγκεκριμένα στοιχεία δεν υπήρχαν κι έτσι το έγκλημα παρέμεινε ανεξιχνίαστο.

Λίγους μήνες μετά, ο Χτενάς κατηγορείται για ληστεία τράπεζας στην Ελευθερούπολη Καβάλας και καταδικάζεται. 

Ο Ανδρέας Χτενάς, 57 ετών σήμερα, κρίθηκε αθώος και για τις 4 δολοφονίες. 
Περνά ένα διάστημα ως φυγόποινος και αργότερα αποφυλακίζεται με περιοριστικούς όρους. Στο σπίτι του είχε βρεθεί τότε και μια άδεια πιστολιού Heckler & Koch 9 χιλιοστών. Το όπλο, το οποίο ουδέποτε βρέθηκε, ανήκε σε αστυνομικό που το είχε δώσει στον Χτενά για επισκευή. Στο βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Καβάλας, που εκδόθηκε τον περασμένο Φεβρουάριο, χωρίς να γίνεται αναφορά στο συγκεκριμένο όπλο, περιγράφονται τα αποτελέσματα βαλλιστικής εξέτασης, με βάση την οποία τέσσερις κάλυκες στη δολοφονία Σιδηρόπουλου και άλλοι δύο στο τριπλό έγκλημα της Θάσου, πυροδοτήθηκαν από το ίδιο όπλο. Το δικαστικό συμβούλιο έκρινε ότι τα θεωρούμενα νέα στοιχεία, μαζί με τις καταθέσεις συγγενών του Κουλούση για εκμυστηρεύσεις τρίτων σχετικά με τον Χτενά, αποτελούσαν «επαρκείς ενδείξεις» για τη σύλληψη και παραπομπή του τελευταίου στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο, κατηγορούμενου πλέον για τέσσερις ανθρωποκτονίες, που τελέστηκαν με «άγνωστους συνεργούς».

Η δίκη στη Δράμα ξεκίνησε στις 20 Ιουνίου. Τα μέτρα ασφαλείας ήταν πολύ ισχυρά, μάρτυρες και κόσμος στο ακροατήριο περνούσαν από ανιχνευτή μετάλλων, ενώ στην είσοδο υπήρχαν πάνοπλοι αστυνομικοί. Ο Χτενάς, φορώντας κίτρινο πουκάμισο, με τα μαλλιά πιασμένα κοτσίδα, ζήτησε να τοποθετηθεί μπροστά του στο εδώλιο ένα έδρανο, πάνω στο οποίο είχε απλωμένα έγγραφα και φωτογραφίες της δικογραφίας. Εξετάστηκαν περίπου 80 μάρτυρες, αρκετοί από τους οποίους ωστόσο αμφισβήτησαν όσα είχαν οι ίδιοι καταθέσει στην προδικασία. Η στάση μαρτύρων προκάλεσε την αντίδραση των δικαστών: «Δεν είστε ο μόνος που δεν θυμάται. Έχετε μια αμνησία όλοι στη Θάσο, ίσως είναι το νερό» σχολίασε η πρόεδρος του δικαστηρίου.

Πρωτοσέλιδο εφημερίδας ΤΑ ΝΕΑ, 19/9/2001
Στην απολογία του ο κατηγορούμενος παρουσίασε άλλοθι και μαρτυρίες που τον τοποθετούσαν σε διαφορετικό τόπο και χρόνο τέλεσης των εγκλημάτων, είπε επίσης ότι οι Αρχές τρέφουν εμπάθεια για το πρόσωπό του και υποστήριξε ότι τού ζητήθηκε εκβιαστικά να ομολογήσει, εκτός από τις εξεταζόμενες, και μια σειρά άλλων εξίσου σοβαρών υποθέσεων.

Το δικαστήριο συνεδρίασε ως αργά τη νύχτα της Πέμπτης. Στις 12.30 τα μεσάνυχτα, η πρόεδρος εκφώνησε την απόφαση, κατά πλειοψηφία 6-1. «Ο κατηγορούμενος κρίνεται αθώος. Υπάρχουν ενδείξεις, αλλά δεν είναι επαρκείς για την ενοχή του» είπε. Δεκατρία χρόνια μετά, το πιο ρετρό έγκλημα στην Ελλάδα παρέμεινε άλυτο.

Πηγή: vice.com
Categories: