Οι τράπεζες οφείλουν στο κράτος 555 εκατ. ευρώ από το πακέτο των εγγυήσεων που έλαβαν επί των ημερών του Γιώργου Αλογοσκούφη, αποκάλυψε στη Βουλή ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας και το επιβεβαίωσε ο υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, Γιάννης Παπαδάκης.
«Βρισκόμαστε σε διαπραγματεύσεις με τις τράπεζες για τη διευθέτηση του ζητήματος» ανέφερε μάλιστα ο κ.Σταϊκούρας, εξηγώντας ότι οι τράπεζες είχαν λάβει τότε «ένεση» ρευστού 5 δις ευρώ - στο πλαίσιο του πρώτου πακέτου των 28 δις ευρώ - έναντι προνομιούχων μετοχών και όφειλαν να αποδίδουν ως μέρισμα το 10% για τα επόμενα πέντε χρόνια.
Ωστόσο, αυτό συνέβη μόνο την πρώτη χρονιά, καθώς σύμφωνα με το νόμο η ετήσια απόδοση προβλεπόταν μόνο αν οι τράπεζες εμφάνιζαν κέρδη.
Από την πλευρά του ο ΓΓ της Ενωσης Ελληνικών Τραπεζών, Χρήστος Γκόρτσος είπε ακόμη ότι το ποσό των 50 δισ. ευρώ της ανακεφαλαιοποίησης «θα συμβάλλει στην κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών, αλλά δεν είναι αυτό που θα διοχετευτεί στην πραγματική οικονομία». «Η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, έχει ως κύριο στόχο να θωρακίσει την φερεγγυότητα του ελληνικού τραπεζικού συστήματος και όχι τη ρευστότητα» ανέφερε ενώπιον της Επιτροπής Οικονομικών της Βουλής.
Ερωτηθείς για το ενδεχόμενο «κουρέματος» των δανείων των ελληνικών νοικοκυριών που αντιμετωπίζουν πραγματική αδυναμία αποπληρωμής τους, ο κ.Γκόρτσος υπήρξε αρνητικός, τονίζοντας πως «όποια διαγραφή χρεών γίνει απ' τον ιδιωτικό τομέα, θα επιβαρύνει το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, και άρα το ελληνικό Δημόσιο. Θα δημιουργήσει περαιτέρω απαιτήσεις χρηματοδότησης».
Ο υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Παπαδάκης δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο νέας ενίσχυσης του τραπεζικού συστήματος.
Ερωτηθείς σχετικά με το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο διευκρίνισε πως σε μελέτη της Τράπεζας της Ελλάδος για όλες τις ελληνικές τράπεζες, το ΤΤ παρουσίασε «σαφή υστέρηση σε σχέση με τον ανταγωνισμό, στην πλειονότητα των κριτηρίων (παραγωγικότητα, μελλοντική κερδοφορία, ανάγκες ρευστότητας, ευαισθησία στους κινδύνους κ.ά.).
Το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο ανταποκρίθηκε μόνον σε 3 από τα 12 εποπτικά κριτήρια και σε 4 από τα 12 επιχειρηματικά, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι κεφαλαιακές απαιτήσεις που προέκυψαν από το PSI» σημείωσε μεταξύ άλλων ο υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος.
Πηγή: ethnos.gr